Ο Υμηττός είναι ένα από τα τρία βουνά που περιβάλλουν το λεκανοπέδιο της Αθήνας και μαζί με την Πεντέλη μετέχουν από τις αρχές των χρόνων στη διαμόρφωση του αθηναϊκού τοπίου.
Η λέξη "Υμηττός" έχει προελληνική προέλευση, όπως συμβαίνει και με πολλά άλλα αρχαία τοπωνύμια της Αττικής (Λυκαβηττός, Αρδηττός, Πάρνηθα, Κηφισός, Ιλισσός κλπ). Οι μεταγενέστερες ονομασίες Monte Matto (φραγκοκρατία), Ντελί-Νταγ (τουρκοκρατία) και Τρελοβούνι (νεότερο) είναι παραφθορές του λατινικού Monte Ιmetto.
ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ & ΓΕΩΛΟΓΙΑ
Ο κύριος όγκος του βουνού είναι συμπαγής και παρόλου που οι οικισμοί και άλλες χρήσεις έχουν διεισδύσει βαθιά στις πλαγιές και τις λεκάνες του, δεν τέμνεται πουθενά από διελεύσεις. Με ένα μέγιστο μήκος 20 χλμ, μέγιστο πλάτος 6 χλμ, ο Υμηττός διαμορφώνει μια περίμετρο 65 περίπου χλμ. και με έκταση 81 τετ. χλμ.
Μορφολογικά παρουσιάζει ένα απλό επίμηκες σχήμα με πολύ απότομες πλαγιές. Η κορυφογραμμή του χαμηλώνει στο διάσελο Σταυρός (454 μ), που δημιουργεί δύο σαφώς διακριτές ενότητες, το βόρειο και το νότιο. Το βόρειο τμήμα, που γενικώς αντιλαμβανόμαστε κυρίως ως Υμηττό από το λεκανοπέδιο, είναι μεγαλύτερο και ψηλοτερο (1029 μ), διατηρεί αρκετές πηγές και παρόλες τις πυρκαγιές παραμένει αρκετά δασωμένο, ενώ το νότιο
τμήμα, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Ελάσσων ή Άνυδρος Υμηττός, είναι χαμηλότερο (774 μ) και, κατά κυριολεξία, άνυδρο.
Γεωλογικά, το κύριο χαρακτηριστικό του, που εκφράζεται και στην υδροφορία και τη βλάστηση, είναι οι εκτεταμένες εμφανίσεις σχιστόλιθων στα χαμηλά υψόμετρα, όπως στην περιοχή του Καρέα και της Καισαριανής, ενώ η ανώτερη ζώνη σχηματίζεται από ημιμεταμορφωμένους και νεότερους ασβεστόλιθους.
Το ιδιαίτερο φυσικό στοιχείο του Υμηττού είναι τα πολλά σπήλαια και βάραθρα, τα περισσότερα εύκολα προσπελάσιμα, που κάνουν τον Υμηττό ένα πολύ ενδιαφέρον σπηλαιολογικό πεδίο.
Χλωρίδα & Πανίδα
Το βουνό καλύπτεται κυρίως από αραιούς θάμνους, με μεγάλα διάκενα λόγω της στειρότητας του εδάφους, ενώ στις πιό ομαλές θέσεις με κατάλληλο εδαφικό κάλυμμα έχουν αναπτυχθεί μεγάλες συστάδες ή και δάση, κυρίως πεύκων. Μεγάλες και επανειλημμένες αναδασώσεις έχουν γίνει σε όλη την νότια όψη του βουνού, με σημαντικότερη την ανασύσταση του δάσους της λεκάνης της μονής Καισαριανής που προστατεύεται ως Αισθητικό Δάσος και βρίσκεται υπό τη διαχείριση της Φιλοδασικής Ένωσης.
Η χλωρίδα παρουσιάζει υψηλή ποικιλότητα με περισσότερα από 600 είδη φυτών, από τα οποία τα 40 είναι ενδημικά της Ελλάδας.
Η πανίδα είναι αυτή που θα περίμενε κανείς σε ένα απομονωμένο και τόσο ασφυκτικά οριοθετημένο ορεινό όγκο της Αττικής, αλλά παρουσιάζει και αρκετές εκπλήξεις.
Εκλησιαστικά Μνημέια
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα εκκλησιαστικά μνημεία, απότοκοι της λατρευτικής ή μοναστικής δραστηριότητας που αναπτύχθηκε τους χριστιανικούς αιώνες στο βουνό. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι μονές Καισαριανής, Αστερίου, Αγίου Ιωάννου Προδρόμου (Καρέα), Αγ. Ιωάννη του Κυνηγού (ή των Φιλοσόφων) και Αγίου Ιωάννου Θεολόγου (Παπάγου).
Πεζοπορία
Το βουνό διαθέτει ένα εκτεταμένο δίκτυο σηματοδοτημένων πεζοπορικών και ποδηλατικών διαδρομών, οι οποίες είναι διαθέσιμες στον πεζοπορικό χάρτη του Βόρειου και Νότιου Υμηττού σε κλίμακα 1:10 000. Μπορείτε να να κατεβάσετε τον ψηφιακό χάρτη μέσα από την εφαρμογή Anavasi Mapp για android και για iOS.