Είχα το προνόμιο να γνωρίσω τον Χρήστο και να συμπορευτώ για λίγο μαζί του στην πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του, στα τέλη της δεκαετίας το ’80. Ήταν ο δάσκαλός μου στην ορειβασία μαζί μ τον Μιχάλη Τσουκιά και τον Δημήτρη Καραγιάννη, στην σχολή αρχαρίων του ΕΟΣ Αθηνών. Είχε επιζήσει από μία ανάβαση στη νότια Αναπούρνα 2-3 χρόνια νωρίτερα, και είχε μόλις ολοκληρώσει μία από τις δυσκολότερες αναρριχήσεις που έχουν γίνει ποτέ από συμπατριώτες μας, στο Ama Dablam, το 1987. Πραγματικός αστέρας της ορειβασίας, που έσφυζε από ζωντάνια και τρυφερότητα, αυτός ήταν δάσκαλός μου, που πήρε στην πατρική του αγκάλη και καθοδήγησε στα πρώτα της βήματα μία ολόκληρη γενιά Ελλήνων αλπινιστών.
Παράλληλα μόλις είχαν ξεκινήσει με τον Τσουκιά να δημιουργούν τον θρύλο της Trekking Hellas, της πρώτης εταιρείας υπαίθριων δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, από την οποία μάλιστα πήρα και το πρώτο μου χαρτζιλίκι στον χώρο ως οδηγός μιας μικρής, θυμάμαι, πεζοπορίας στην Πάρνηθα με παιδιά. Προσφιλής και οικείος ο Χρήστος αντιπροσώπευε για εμάς τους νεότερους τον άνθρωπο που είχε καταφέρει το απόλυτο, να ζει με την Περιπέτεια. Θυμάμαι ότι εκείνα τα χρόνια όλοι θέλαμε να παρατήσουμε τις σπουδές και τις άλλες κανικότητες της ζωής μας και να πάρουμε τα βουνά και να γίνουμε σαν τον Λάμπρη. Κάποιοι το έκαναν κιόλας.
Σιγά σιγά οι εταιρεία θα τον αποσπάσει από τον αλμπινισμό με νέες, διαφορετικές προκλήσεις , όπως το ράφτινγκ. Η εμβληματική του όμως φιγούρα με τα στρογγυλά σοφοστικέ γυαλιά αλα Τζον Λέμον, το αυθόρμητο χαμόγελο και το αποφασιστικό, επίμονο πνεύμα του δεν θα ξεθωριάσουν ποτέ. Θα παραμείνει στον χώρο της ελληνικής ορειβασίας, παρακολουθώντας από μακριά τα τεκταινόμενα, με σύντομες αλλά πάντα ουσιαστικές παρεμβάσεις σε διάφορες περιστάσεις. ΘΑ συνεχίσει επίσης ακάματος, τα ταξίδια και τις περιπέτειες. Την τελευταία όμως, και πιο δύσκολη περιπέτεια, ο Χρήστος δεν θα την ζήσει στους ερημότοπους αλλά στο κρεβάτι μιας ΜΕΘ, χτυπημένος από τον κορωνοϊό. Και πάλι βέβαια θα επιζήσει, όμως η άσχημη αυτή εμπειρία θα τον κλονίσει σωματικά και ψυχολογικά αφού θα χάσει από τον φονικό ιό τον αδελφικό του φίλο Μιχάλη Τσουκιά.
Από την γλυκόπικρη ιστορία «Η ζωή μου όλη», μέχρι το χαριτωμένο «Redial», ο Χρήστος μας αποκαλύπτει, κομβικές στιγμές της ζωής του και μας καλεί, με σχεδόν παιδιάστικη διάθεση, να στοχαστούμε για το νόημα μιας ζωής σε ρίσκο.
Καρπός της θλιβερής αυτής εξέλιξης είναι και τούτο το βιβλίο, που γράφτηκε μονομιάς κατά την διάρκεια της παρατεταμένης ανάρρωσής του. Εύθυμες, πικρές και παράξενες ιστορίες από έναν άνθρωπο που έζησε τα ταξίδια και την περιπέτεια όσο λίγοι. Μ’ αυτό το βιβλίο ο Χρήστος επιχειρεί να μας ξεναγήσει στην πολυτάραχη ζωή του μέσα από 32 αποσπάσματα τη πλούσιας δράσης του στα βουνά, στα ποτάμια, στις θάλασσες και στις ερήμους. Πολλές από αυτές τις ιστορίες είχα την τύχη να τις ακούσω από τον ίδιο, κάποιο βράδυ σε κάποιο καταφύγιο.
Ναι, με κάτι τέτοιες ιστορίες μεγάλωσε μια ολόκληρη γενιά ορειβατών και είναι πραγματικά υπέροχο που ο Χρήστος αποφάσισε να τις μοιραστεί με το ευρύ κονό. Ο λόγος του ευθύς και απέριττος, σχεδόν προφορικός, χωρίς ωστόσο οι περιγραφές να στερούνται συναισθήματος όπως ο ίδιος μας προϊδεάζει. Είναι αλήθεια δύσκολο να γράψει κανείς για τον ευατό του και ο Χρήστος το αποτολμά με τη σεμνότητα και την απλότητα πο χαρακτηρίζει όλη του τη ζωή. Το κείμενο εμπλουτίζεται με φωτογραφίες από το τεράστιο αρχείο του. Κάποιες είναι εκπληκτικές, άλλες απλά ιστορικές. Είναι άλλωστε γνωστό ότι, ανάμεσα στα άλλα, υπήρξε και ένας ιδιαίτερα δημιουργικός φωτογράφος και κινηματογραφιστής, είμαι σίγουρος ότι και αυτό το πλούσιο αρχείο του θα δημοσιοποιηθεί κάποια στιγμή στο μέλλον. Από την γλυκόπικρη ιστορία «Η ζωή μου όλη», μέχρι το χαριτωμένο «Redial», ο Χρήστος μας αποκαλύπτει, κομβικές στιγμές της ζωής του και μας καλεί, με σχεδόν παιδιάστικη διάθεση, να στοχαστούμε για το νόημα μιας ζωής σε ρίσκο.